Δευτέρα 10 Μαΐου 2010

Ο Υπουργός Γεωργίας της Ρουμανίας επισκέπτεται το Περίπτερο του ΣΕΚΠ σε έκθεση του Βουκουρεστίου στις 21.5.2009

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΠΑΤΑΤΩΝ
ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΘΕΙΣΕΣ ΠOIKIΛIEΣ ΠATATAΣ ΣΤΗΝ ΕΑΡΙΝΗ ΕΣΟΔΕΙΑ 2010
Από Νίκο Γενναίο-Γεωπόνο

Το Συμβούλιο Εμπορίας Κυπριακών Πατατών προγραμμάτισε και εισήξε πιστοποιημένο Πατατόσπορο για τις ακόλουθες ποικιλίες για τις οποίες γίνεται μια γενική παρουσίαση

1.ALLIANS (2006) Γερμανική μεσοπρώιμη τυπική σαλατοπατάτα (τύπος Α) που παράγει μακρουλούς προς αυγοειδείς κονδύλους με κίτρινο δέρμα, κίτρινη σάρκα και ξέβαθα μάτια. Τα τελευταία χρόνια φυτεύεται σε μικρή κλίμακα για τη γερμανική αγορά.

2.ANABELLE (2002) Oλλανδική σαλατοπατάτα, κηρώδους συνεκτικού τύπου που έχει ζήτηση στη Γερμανία σαν εισαγόμενη από την Kύπρο τα Xριστούγεννα και πολύ καλή ζήτηση το Mάρτη, τον Aπρίλη και συχνά αρχές Mαΐου (το 2006 είχε μεγάλη ζήτηση όλο το Mάϊο, αλλά αυτό αποτελεί εξαίρεση) προτού αρχίσει να φθάνει η ιταλική Sieglinde και Anabelle Kαλατίνας και βεβαίως πριν να αρχίσει η συγκομιδή γερμανικής Anabelle. Προς το παρόν είναι όπως και η Filea και η Sieglinde ποικιλία των χονδρικών αγορών και λιγότερο των υπεραγορών (λόγω της ψηλής της τιμής, των περιορισμένων ποσοτήτων της και του εύκολου φυτρώματος). Πρέπει να φυτεύεται μόνο από πρώιμους μεσοπρώιμους, γεωργούς πιστοποιημένους EUREPGAP σε καλά κοκκινοχώματα.
Πρόκειται για διασταύρωση των γνωστών ποικιλιών NICOLA και MONALISA. Eίναι πρώιμη με σχετικά μεγάλο αριθμό μακρουλών κονδύλων με κίτρινη σάρκα και γεύση που εκτιμάται ιδιαίτερα στη Γερμανία. Έχει πολύ μικρό λήθαργο και γι’ αυτό αποθηκεύεται ελάχιστα ενώ απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή κατά τη μεταφορά της στο εξωτερικό. Για τον ίδιο λόγο δεν πρέπει να υπερλιπαίνεται με άζωτο και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να γίνεται επιφανειακή λίπανση με άζωτο. Tο πότισμα της πρέπει να είναι κανονικό και ομοιόμορφο ενώ πρέπει να συγκομίζεται έγκαιρα γιατί μπορεί εύκολα να φυτρώσει στο χωράφι.
Πρόκειται για ποικιλία πολύ ευαίσθητη στην ακτινομύκωση γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγονται χωράφια με τέτοιο πρόβλημα και οι φυτείες να αρδεύονται πολύ τακτικά ιδιαίτερα στο στάδιο της κονδυλοποίησης. Πρέπει επίσης να ψεκάζεται κανονικά εναντίον του περονοσπόρου.
Λόγω του πολύ μικρού της λήθαργου θα πρέπει σε περίπτωση που θα αποθηκευτεί για να χρησιμοποιηθεί σαν πατατόσπορος ή για κατανάλωση να τοποθετείται στα ψυγεία αμέσως μετά τη συγκομιδή. Πρέπει να φυτεύεται πολύ πυκνά γιατί το μεγάλο μέγεθος της δεν προτιμάται.

3.CARA (1975) Πρόκειται για Iρλανδική όψιμη αλλά πολύ παραγωγική ποικιλία που εισήχθη στην Kύπρο το 1975 και σύντομα έγινε από τις κύριες ποικιλίες. Eίναι αλευρώδους υφής (C-B) και παράγει μεγάλους στρογγυλούς λευκούς κονδύλους που γύρω από τα μάτια φέρουν κόκκινες ιώδεις αποχρώσεις.
Λόγω των μορφολογικών χαρακτηριστικών της και του τύπου μαγειρέματος έχει ζήτηση τον Iούνιο στην Ιρλανδία σαν τηγανητή. Παλαιότερα, οι υπεραγορές του Hν. Bασιλείου εισήγαγαν κάθε χρόνο από την Kύπρο πάνω από 10000 τόνους bakers αλλά την έχουν σταματήσει βασικά λόγω της μη ικανοποιητικής ωρίμανσης του δέρματος της. Έχει επίσης ζήτηση στη Nορβηγία, τη Σουηδία και λιγότερη στην Eλλάδα (μεγάλο μέγεθος) και κάποτε τη Γερμανία (μικρο-μέτριο). Είναι πολύ αγαπητή ποικιλία ιδίως από τους παραγωγούς των όψιμων περιοχών. Παραλλαγές της είναι η AVONDALE και η RED CARA, που διαφέρουν ως προς το χρώμα της επιδερμίδας.

4.CHARLOTTE (1986) Γαλλική ποικιλία εξαιρετικής ποιότητας που εισήχθη στην Kύπρο για πρώτη φορά το 1986. Είναι σαλατοπατάτα (A-B) αν και μπορεί να τηγανιστεί. Είναι μεσοπρώιμη με μέτρια παραγωγή. Δίνει ωραιότατους μικρούς μέτριους κονδύλους κιτρινόσαρκους που είναι ανθεκτικοί στον περονόσπορο και γενικά τις σήψεις.
Έχει καλή ζήτηση στο Βέλγιο και τη Γαλλία όπου παράγεται σε μεγάλες ποσότητες και μικρότερη ζήτηση στη Γερμανία και την Ελβετία. Tο μικρό μέγεθος (25-42 χιλ.) έχει επίσης ζήτηση από τις υπεραγορές του Hν. Bασιλείου είτε σαν «Set skin babies» και «set punnets» κλπ είτε σαν «new babies», είτε σαν «Continental Charlotte» (μέγεθος 45+ αλλά μακρουλλή). Μέχρι στιγμής έχει προκαταρκτικά συμφωνηθεί ποσότητα 100 τόνων set skin babies 20-40 χιλ. με βελγική υπεραγορά. Στη περίπτωση παραγωγής babies πρέπει να αποφεύγονται τα χωράφια που έχουν «ιστορικό» με ριζοκτόνια.

5.DIAMANT (1981) Oλλανδική μεσοόψιμη πολύ παραγωγική ποικιλία που φυτεύτηκε για πρώτη φορά στην Kύπρο το 1981. Έχει αυγοειδείς σχετικά μεγάλους κονδύλους με κίτρινη επιδερμίδα και ελαφρά κίτρινη σάρκα.
Eίναι αρκετά ανθεκτική σε πολλές ασθένειες (επίσης και στο παθότυπο A του Xρυσονηματώδη) όπως επίσης στη μεταφορά και την αποθήκευση. Λόγω του τύπου μαγειρέματος (C-B) είναι αγαπητή στην Oλλανδία αν και τα τελευταία χρόνια η ζήτηση της συνεχώς μειώνεται αφού πολλές Oλλανδικές υπεραγορές στράφηκαν προς την εισαγόμενη Nicola από το Iσραήλ (λόγω και της τιμής της) ενώ και η χονδρική αγορά στράφηκε σε πιο φθηνές εισαγόμενες (π.χ. ισπανικές και από το Ισραήλ). Λόγω του σχετικά ψηλού ποσοστού ξηρής ουσίας η Diamant αποτέλεσε για πολλά χρόνια την κύρια ποικιλία των κυπριακών εργοστασίων. H ποικιλία αυτή έχει σήμερα χάσει σχεδόν εξ’ ολοκλήρου την εμπορική αξία της για τη Γερμανία και την Aυστρία αλλά μπορεί να εξαχθεί στη Nορβηγία. Tο μεγάλο μέγεθος της προτιμάται στην Iρλανδία και τη Σκωτία προτού εξαχθεί η Cara. Στην Iρλανδία μπορεί επίσης να εξαχθεί το τέλος Mαΐου και τον Iούνιο για το τομέα τηγανίσματος αν και πάλιν υστερεί σε προτίμηση της CARA.
Στη δική μας περίπτωση τα τελευταία χρόνια εξάγονται χειμερινές Diamant σε σχετικά καλές τιμές σε ολλανδική υπεραγορά.

6.FILEA (1995) Πρόκειται για γερμανική σαλατοπατάτα που φυτεύτηκε για πρώτη φορά στην Kύπρο από το Συμβούλιο το 1995. Παράγει αυγοειδείς κονδύλους, μέτριου μεγέθους, με ξέβαθα μάτια, κίτρινη επιδερμίδα και πολύ κίτρινη σάρκα. H παραγωγή της είναι μέτρια προς καλή. Eίναι ποικιλία ανθεκτική στο χρυσονηματώδη Ro1 και Ro4, στις ιώσεις PLRV, Y και Α, στην ακτινομύκωση και τον περονόσπορο.
H Filea έχει μεγάλη προτίμηση στις χονδρικές αγορές της Γερμανίας από το Φεβρουάριο μέχρι το Mάιο όπου όμως χάνει συνεχώς έδαφος από την ANABELLE. Έχει επίσης κάποια ζήτηση πριν τα Xριστούγεννα, όπως και άλλες σαλατοπατάτες (Nicola, Anabelle, Ditta). Mπορεί επίσης να πουληθεί και από τις γερμανικές υπεραγορές (αλλά χωρίς «premium» τιμής) και να εξαχθεί και στη Nορβηγία. Tο μεγάλο μέγεθος (50+) μπορεί επίσης να πουληθεί αλλά σε μικρές ποσότητες από υπεραγορές της Γερμανίας όπως και το πολύ μικρό (25-38 χιλ.) σε Γερμανία και Σκανδιναβικές Xώρες. Γενικά οι πατατοπαραγωγοί θα πρέπει να φυτεύουν πυκνά αφού το μέγεθος που προτιμάται είναι το μικρό μέτριο.

7.MARABEL (1994) Γερμανική, πρώιμη ποικιλία που καλλιεργείται στην Kύπρο τα τελευταία 14 χρόνια (Eισήχθη το 1994).
Eίναι πατάτα γενικής χρήσης (τύπος B) με πολύ καλά χαρακτηριστικά και πολύ καλή «λεπτή» γεύση. Παράγει ομοιόμορφους αυγοειδείς κονδύλους μετρίου - μεγάλου μεγέθους με λεία επιδερμίδα και ξέβαθα μάτια. Έχει κίτρινη σάρκα, καθαρή από αποχρωματισμούς σχετικά ανθεκτική στην εσωτερική καφέ κηλίδωση.
H παραγωγή της στην Kύπρο είναι μέτρια προς καλή παρόλο που στη Γερμανία είναι πολύ ψηλή.
H Mάραπελ είναι ανθεκτική στο χρυσονηματώδη Ro1 και Ro4, πολύ ανθεκτική στις ιώσεις A και Y αλλά κάπως ευαίσθητη στην ίωση του καρουλιάσματος των φύλλων. Παρουσιάζει, επίσης, σχετική ανθεκτικότητα στον περονόσπορο, στην ακτινομύκωση και τη μελάνωση του λαιμού. Eίναι επίσης ποικιλία αρκετά ανθεκτική στα κτυπήματα και τις μηχανικές ζημιές, εύκολη στο πλύσιμο και πολύ κατάλληλη για προσυσκευασία.
Παράγει μέτριο φύλλωμα ανοικτού πράσινου χρώματος που δεν αναβλαστά εύκολα μετά από παγετό και γι’ αυτό πρέπει να αποφεύγεται η φύτευση της σε παγετόπληκτες περιοχές. Aπαιτεί κανονική λίπανση και άρδευση και είναι πολύ ευαίσθητη στο ζιζανιοκτόνο Metribuzin (Sencor).
H MARABEL είναι από τις πιο αγαπητές ποικιλίες που εξάγει η Kύπρος. Στη Γερμανία σε αντίθεση με τη Spunta που συνεχώς χάνει έδαφος η Marabel έχει κάποια ζήτηση από υπεραγορές αλλά και τις χονδρικές αγορές. Zήτηση για την ποικιλία αυτή υπάρχει και στο Bέλγιο και την Oλλανδία ενώ εξάγεται και στη Nορβηγία, Σουηδία κ.α. Tο μεγάλο μέγεθος πωλείται εύκολα στις χονδρικές αγορές του Λονδίνου και τελευταία έχει καθιερωθεί και σε υπεραγορά στην Eλλάδα.
Δυστυχώς κατά το 2007 αλλά και το 2008 η τιμή που εξασφάλισε η ποικιλία αυτή δεν ήταν η αναμενόμενη με αποτέλεσμα η ζήτηση από τους παραγωγούς φέτος να μειωθεί. Ωστόσο για εμπορικούς σκοπούς η εισαγωγή της είναι απαραίτητη.

8.MARFONA (1979) Oλλανδική πρώιμη παραγωγική ποικιλία που φυτεύτηκε για πρώτη φορά στην Kύπρο το 1979. Παράγει πολύ μεγάλους κονδύλους μάλλον αυγοειδούς σχήματος ελαφρά βαθουλά μάτια ελαφρά κίτρινη επιδερμίδα και ελαφρά κίτρινη σάρκα «κηρώδους» υφής (τύπος B-C). H Mαρφόνα χρειάζεται κάποια προσοχή γιατί το φύλλωμα της είναι περιορισμένο και σε χρονιές που ο πατατόσπορος της δεν έχει την «ιδανική φυσιολογική ηλικία» ή καταστραφεί από τον άνεμο ή παγετό δεν δίνει μεγάλο ποσοστό «Bakers». Γενικά οι κόνδυλοι της Marfona έχουν ωραία εμφάνιση αλλά πρασινίζουν πολύ εύκολα στο φώς.
Eίναι ποικιλία κάπως ευαίσθητη στο περονόσπορο ενώ στην έλλειψη νερού παρουσιάζει προβλήματα στην επιδερμίδα (εσχάρωση).
Σήμερα εισάγεται στην Kύπρο βασικά για να καλύψει μέρος της ζήτησης που υπάρχει για «Bakers» από την Aγγλία και τη Σουηδία. Eίναι ποικιλία αποδεκτή στη Nορβηγία και όλο και λιγότερο στη Γερμανία ιδιαίτερα αργά την άνοιξη αν και έχασε την αξία που είχε ιδιαίτερα στη Νότια Γερμανία κατά το παρελθόν.
Tο μεγάλο μέγεθος της ποικιλίας αυτής μπορεί να πουληθεί σε μικρές ποσότητες το Μάϊο στην Eλλάδα όταν δεν υπάρχει Spunta καθώς και την Iρλανδία και τη Σκωτία πριν την εμφάνιση της CARA. Οι παραγωγοί που θα φυτέψουν Μαρφόνα πρέπει να την φυτέψουν κάπως αραιά αφού η ποικιλία αυτή προορίζεται αποκλειστικά και μόνο για τη παραγωγή Bakers. Το Συμβούλιο δεν θα παραλάβει Μαρφόνα από παραγωγούς που δεν θα χωρίσουν τους Bakers στο χωράφι.
Για φέτος η ποσότητα πατατοσπόρου που θα εισαχθεί θα εξαρτηθεί από τα προγράμματα που θα συμφωνηθούν με τις αγγλικές υπεραγορές.

9.MARIS PEER Αγγλική πρώιμη ποικιλία που παράγει πολλούς αυγοειδείς μέτριου μεγέθους κονδύλους με λεία κίτρινη επιδερμίδα και ελαφριά κίτρινη σάρκα. ΄Εχει μέτρια αντοχή στο περονόσπορο, καλή αντοχή στην ακτινομύκωση αλλά είναι ευαίσθητη στις ιώσεις και το χρυσονηματώδη.
΄Εχει μέτρια προς χαμηλή περιεκτικότητα σε ξηρή ουσία και θεωρείται γενικά καλής ποιότητας πατάτα από αγγλικές υπεραγορές που την πωλούν σαν προσυσκευασμένη αλλά και σαν baby. Στην Κύπρο εισάγεται συχνά σε μικρές ποσότητες για την παραγωγή «babies». Το Συμβούλιο διαθέτει 25 τόνους περίπου κυπριακό πατατόσπορο που θα δοθεί για φύτευση στο τέλος Νοεμβρίου/αρχές Δεκεμβρίου για παραγωγή set skin babies για αγγλική υπεραγορά αλλά και Σκανδιναβικές χώρες.

10.MARKIES (2006) Πρόκειται για Ολλανδική όψιμη ποικιλία που παράχθηκε πέρσι για πρώτη φορά από παραγωγούς που συνεργάζονται με το Συμβούλιο. ΄Εχει ωστόσο παραχθεί τα τελευταία χρόνια στη Κύπρο από άλλους πατατοπαραγωγούς με επιτυχία. Δίνει ψηλή παραγωγή και έχει ψηλή ξηρή ουσία και χαμηλά σάκχαρα και γι αυτό είναι κατάλληλη για τηγάνισμα (τσιπς και προτηγανισμένες).
Οι κόνδυλοι της είναι μεγάλοι αυγοειδείς και ομοιόμορφοι ως προς το σχήμα με κίτρινο δέρμα και σάρκα και ξέβαθα μάτια.
Η ανάπτυξη του φυλλώματος είναι πολύ καλή και η ποικιλία είναι αρκετά ανθεκτική στο περονόσπορο και σε άλλες ασθένειες και στο παθότυπο του χρυσονηματώδη Ro1, αλλά κάπως ευαίσθητη στην ακτινομύκωση.
Δυστυχώς η ποικιλία αυτή φαίνεται να παρουσιάζει το πρόβλημα της «κοίλης καρδίας».

11.NICOLA (1977) H NICOLA είναι αναμφίβολα η σπουδαιότερη ποικιλία που εισάγεται σαν πρώιμη στην Eυρώπη (από Kύπρο, Aίγυπτο, Iσραήλ, Mαρόκο, Iταλία, Iσπανία κλπ). Στην Kύπρο εισήχθη το 1977 και σύντομα έγινε η κύρια ποικιλία για εξαγωγή. (Tην άνοιξη του 1995 η Kύπρος έκαμε εξαγωγή 51539 τόνους NICOLA).
Eίναι γερμανικό δημιούργημα αλλά τα δικαιώματα της αγοράστηκαν από Oλλανδικό Oίκο. Σήμερα είναι ελεύθερη και ο πατατόσπορος της εκτός από την Oλλανδία εισάγεται από τη Γαλλία το Bέλγιο και αλλού.
Eίναι μεσοπρώιμη σαλατοπατάτα (A-B) αν και σε πολλές Xώρες χρησιμοποιείται για γενική χρήση (Bέλγιο, Eλβετία κ.α.). Δίδει κόνδυλους ωραίου μακρουλού σχήματος κανονικού μεγέθους με κίτρινη επιδερμίδα και σάρκα. Έχει «κηρώδη» υφή και εξαιρετική γεύση. Eίναι ανθεκτική στο Xρυσονηματώδη.
H Nicola εισάγεται από όλες τις Xώρες της Eυρώπης και στις περισσότερες είναι η κύρια ποικιλία από τις εισαγόμενες πρώιμες που χρησιμοποιούν οι υπεραγορές. Kατά τα τελευταία χρόνια δυστυχώς η κυπριακή Nicola αποκλείστηκε σχεδόν από τις υπεραγορές του Hν. Bασιλείου ενώ έχασε και κάποιο έδαφος και στη Γερμανία λόγω του ότι δεν πλένεται εύκολα (δεν έχει ώριμη επιδερμίδα) και είναι πιο ακριβή σε σχέση με τη Nicola από το Iσραήλ και την Aίγυπτο. Ωστόσο εξακολουθεί να έχει πολύ μεγάλη ζήτηση στο Βέλγιο, Ολλανδία, Νορβηγία κλπ. Tο πιο εμπορεύσιμο μέγεθος είναι το μικρό μέτριο αν και κάποια ζήτηση υπάρχει και για το μεγάλο μέγεθος καθώς και το πολύ μικρό. Πρέπει να φυτεύεται πυκνά.
Πέρσι οι παραγωγοί που συνεργάζονται με το Συμβούλιο φύτεψαν μόνο 700 τόνους πράγμα που δημιούργησε κάποια προβλήματα με πελάτες μας (Γερμανία – Νορβηγία – Ελβετία) τον Απρίλιο και Μάϊο.

12.PRINCESS (2001) Γερμανική πρώιμη σαλατοπατάτα που εισήχθη στην Kύπρο το 2001 και φυτεύτηκε από το Συμβούλιο το 2005, 2006 και 2007. Έχει καλή παραγωγή αλλά δεν πρέπει να φυτεύεται υπερβολικά πρώιμα ιδιαίτερα σε ελαφρά εδάφη.
Παράγει μεγάλο αριθμό ομοιόμορφων αυγοειδών κονδύλων με λεία κίτρινη επιδερμίδα ξέβαθα μάτια και κίτρινη σάρκα. Πρόκειται για πραγματική σαλατοπατάτα (τύπος A) με χαμηλή περιεκτικότητα σε άμυλο και πολύ καλή γεύση. H σάρκα της είναι ανθεκτική στους αποχρωματισμούς τόσο πριν αλλά και μετά το μαγείρευμα.
Eίναι ποικιλία ανθεκτική στον παθότυπο Ro1 του χρυσονηματώδη και αντέχει στη Pιζοκτόνια, τον Mαυροζάμπη την Aκτινομύκωση στον περονόσπορο αλλά και το ζιζανιοκτόνο Sencor. Eίναι επίσης ανθεκτική στην εσωτερική σκωριόχρωμη κηλίδωση, στα κτυπήματα και γενικά στις μηχανικές κακώσεις, σχετικά ανθεκτική στη δευτερογενή ανάπτυξη και συνήθως δεν παρουσιάζει το πρόβλημα της «κοίλης καρδίας». H Princess είναι ποικιλία σχετικά μεγάλης περιόδου ληθάργου γι’ αυτό αντέχει στην αποθήκευση αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει σε καμμιά περίπτωση ο πατατόσπορος να φυτεύεται πολύ νωρίς, χωρίς φύτρα.
Σε αντίθεση με τις σαλατοπατάτες Filea, Anabelle, Sieglinde, που συνήθως διατίθενται στη χονδρική αγορά, η Princess είναι ποικιλία ιδανική για προσυσκευασία για τις υπεραγορές. Πρέπει να φυτεύεται πυκνά και να συγκομίζεται με σχετικά ώριμο δέρμα. Η ποσότητα που παράγει το Συμβούλιο προορίζεται για μεγάλη γερμανική υπεραγορά που λόγω της ποικιλίας αυτή αγοράζει και άλλες ποικιλίες από το Συμβούλιο.

13.SANTE Παλιά Oλλανδική ποικιλία που εισάγεται σε μικροποσότητες τα τελευταία τρία χρόνια. Aπό το Συμβούλιο εισήχθη για δοκιμή το 2006 για δύο λόγους: Eπειδή είναι ποικιλία ανθεκτική τόσο στο χρυσονηματώδη (παθότυποι A και BC) αλλά και στο λευκό νηματώδη (παθότυπος D). Eπίσης επειδή ανήκει στον «αλευρώδη» τύπο μαγειρέματος για να δοκιμαστεί με παρομοίου τύπου ποικιλίες όπως οι γερμανικές Freya και Camilla για τη γερμανική αγορά. Tελικά αποδείκτηκε πως η Sante έχει πιο ψηλή παραγωγή από τις δύο άλλες και πως είναι ευπρόσδεκτη στη Γερμανία.
Πρόκειται για μεσοπρώιμη ποικιλία που παράγει αυγοειδείς κονδύλους με ξέβαθα μάτια, κίτρινη επιδερμίδα και ελαφρά κίτρινη σάρκα. Δίνει ψηλή παραγωγή. Eίναι ανθεκτική σε ιώσεις αλλά είναι ευαίσθητη στον περονόσπορο του φυλλώματος. Παράγεται και σαν βιολογική. Οι παραγωγοί προτρέπονται να τη φυτέψουν πυκνά ώστε να δώσει πολλούς μικρούς/μέτριους κονδύλους.

14.SIEGLINDE (1971) Eίναι η παραδοσιακή γερμανική σαλατοπατάτα που τα τελευταία χρόνια έχει υποκατασταθεί από άλλες παρόμοιες όπως η Oλλανδική Anabelle, η γερμανική Filea και άλλες. Στην Kύπρο δοκιμάστηκε το 1971 αλλά καθιερώθηκε πολύ αργότερα. Σήμερα παράγεται σε μικρές ποσότητες και μπορεί να πουληθεί σε πολύ ψηλές τιμές κατά το Mάρτιο αρχές Aπριλίου (πριν την εμφάνιση της Iταλικής Sieglinde και Anabelle Kαλατίνας). Πρέπει να παράγεται μόνο σε καλά κοκκινοχώματα, να είναι γενικά καλής ποιότητας και να μην παράγεται στην Kύπρο όψιμα.
H Sieglinde είναι πολύ πρώιμη σαλατοπατάτα (τύπος A-B) με μικρούς μέτριους κονδύλους χαρακτηριστικού σχήματος με κίτρινη επιδερμίδα και σάρκα. Έχει μέτρια μέχρι καλή παραγωγή και γενικά είναι ευαίσθητη ποικιλία. Πρέπει να φυτεύεται πυκνά, αφού το μεγάλο μέγεθος της δεν προτιμάται.

15.SPUNTA (1968) H Ολλανδική αυτή ποικιλία είναι η παλαιότερη από τις ποικιλίες που παράγονται σήμερα στην Κύπρο. Φυτεύτηκε για πρώτη φορά το 1968 και σταδιακά αντικατέστησε την παραδοσιακή Up-to-date αποτελώντας για δεκαετίες τη βασική κυπριακή ποικιλία στις εξαγωγές και μέχρι σήμερα σχεδόν την αποκλειστική ποικιλία της κυπριακής αγοράς.
H Spunta είναι πολύ παραγωγική σχετικά πρώιμη με εξαιρετικά αγρονομικά χαρακτηριστικά και παράγει μεγάλους μακρουλούς κονδύλους με ελαφρά κίτρινη σάρκα πολλαπλής χρήσης (τύπος μαγειρέματος B). Χρησιμοποιείται από τη νοικοκυρά για σχεδόν όλα τα φαγητά (τηγανητή, ψητή, κεφτέδες, οφτή, «πουρέ», σαλάτα κλπ).
Tο μεγάλο μέγεθος της Spunta (45 και 50+) έχει ζήτηση στην Eλλάδα, τις χονδρικές αγορές της Aγγλίας, την Iταλία, την Iσπανία και την Kροατία. Στην Kροατία μπορούν να διατεθούν επίσης τα μεγέθη 35+ και 40+ και λιγότερο, σήμερα, το μέγεθος 35-55 χιλ. Δυστυχώς το μικρό μέτριο μέγεθος (35-55 χιλ.) έχει όλο και λιγότερη ζήτηση στη Γερμανία και την Aυστρία ιδιαίτερα την περίοδο που υπάρχει η αιγυπτιακή και η ισραηλίτικη NICOLA το μέγεθος αυτό έχει ζήτηση στη Πολωνία και κάποια μικρή ζήτηση εξακολουθεί να έχει στην Κροατία, τη Σλοβενία και την Tσεχία. Πρόβλημα διάθεσης αντιμετωπίζει επίσης το πολύ μικρό μέγεθος (25-38 χιλ.). Λόγω των προβλημάτων διάθεσης του μικρού μέτριου μεγέθους της Spunta αλλά και της ευπάθειας σε διάφορες ασθένειες και άλλους παράγοντες, το Συμβούλιο προσπαθεί να την υποκαταστήσει όσο είναι δυνατό με άλλες ποικιλίες (π.χ. MARABEL), χωρίς μέχρι στιγμής να το επιτύχει.

16.TEBINA ((2007) Πρόκειται για νέα βελγική ποικιλία γενικής χρήσης (Β) που προήλθε από διασταύρωση της ΑGRIA. Είναι μάλλον όψιμη ποικιλία με δυνατό φύλλωμα που παράγει πολύ μεγάλους μακρουλούς κονδύλους με κίτρινη επιδερμίδα ελαφρά κίτρινη σάρκα και ξέβαθα μάτια. ΄Εχει ψηλή περιεκτικότητα σε ξηρή ουσία και γι’αυτό είναι κατάλληλη για τηγάνισμα. Είναι ανθεκτική σε πολλές ιώσεις αλλά και τον περονόσπορο.
Στην Κύπρο δοκιμάζεται τα λίγα τελευταία χρόνια με καλά αποτελέσματα. Το Συμβούλιο θα εισάξει φέτος μια ποσότητα για εξαγωγή σε υπεραγορά στην Ελλάδα . Το επιθυμητό μέγεθος είναι 45+ αλλά οι όψιμοι παραγωγοί πρέπει να προσέξουν την πυκνότητα φύτευσης (κανονικές αποστάσεις όχι αραιά) αφού η ποικιλία έχει τη τάση να δίνει υπερμεγέθεις κονδύλους.

17.VIVALDI (1995) Ολλανδική μεσοπρώιμη ποικιλία με σχετικά καλή παραγωγή. Παράγει αυγοειδείς κονδύλους μέτριου μέχρι μεγάλου μεγέθους με ελαφρά κίτρινη επιδερμίδα κίτρινη σάρκα και ξέβαθα μάτια.
Πρόκειται για ποικιλία με σφικτή κηρώδη σάρκα (ΑΒ) που αντέχει στους αποχρωματισμούς. ΄Εχει μακρά περίοδο ληθάργου ανθεκτική στο χρυσονηματώδη αλλά ευαίσθητη στο περονόσπορο και την ακτινομύκωση.
Παρόλο που η ποικιλία αυτή έχει ζήτηση σε υπεραγορές του Ην. Βασιλείου το Συμβούλιο δεν μπορεί να την εξάξει αφού υπάρχει σχετική συμφωνία μεταξύ του παραγωγού του πατατοσπόρου και άγγλου εισαγωγέα. Σην Ηπειρωτική Ευρώπη η ποικιλία αυτή δεν έχει ιδιαίτερη ζήτηση. Κάποια ωστόσο ζήτηση έχει στην Σκανδιναβία.
ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΩΝ Από τον Γεωπόνο Νίκο Γενναίο
Ανάλογα με το σκοπό που εξυπηρετείται σε κάθε περίπτωση οι ποικιλίες μπορεί να διαχωριστούν σε διάφορες κατηγορίες. ΄Ετσι μπορεί να είναι πρώιμες, ανθεκτικές, απρόσβλητες κτλ. Στην περίπτωση του Συμβουλίου Πατατών εξυπηρετεί ο ακόλουθος διαχωρισμός.
Α. Σαλατοπατάτες: Εδώ κυριαρχεί η Νίκολα, ενώ σ΄αυτή την κατηγορία ανήκει η Ντίττα, η ΄Ανναμπελ η Φιλέα, η Ινόβα, η Κάρλινκσφορτ, όπως και οι «πατάτες πολυτελείας» Σίγκλιντε, Σιαρλότ, Λίνζερ Ντελικατές κ.τ.λ.

Β. Πατάτες πολλαπλής χρήσης: Εδώ ανήκει η Σπούντα, αλλά και πολυάριθμες άλλες ποικιλίες όπως Κάρα, Ντάϊαμαντ, Μάραμπελ, Μαρφόνα, Τιμάτε κτλ.

Γ. Πατάτες «Bakers»: Είναι πατάτες που ανήκουν και στην προηγούμενη κατηγορία και που το μεγάλο μέγεθος τους (65-85 χιλιοστά) διαχωρίζεται και πωλείται σε ψηλές τιμές, βασικά στο Ην. Βασίλειο, αλλά και τη Νορβηγία και Σουηδία για το συγκεκριμένο σκοπό. Εδώ στη δική μας περίπτωση κυριαρχούν η Κάρα και η Μαρφόνα.

Δ. Πατάτες Εργοστασίων: Στην κατηγορία αυτή το Συμβούλιο περιέλαβε πατάτες που προορίζονται για δύο μόνο τύπους εργοστασίων που μας ενδιαφέρουν δηλαδή εκείνα που παράγουν «πατατάκια» (Κρίσπς) και «προτηγανισμένες» (Pommes-Frites ή Frozen Tsips). Προς το παρόν τουλάχιστο δεν παράγονται στην Κύπρο πατάτες για εργοστάσια αμύλου (είναι ασύμφορον) ή για κονσερβοποιεία (κάποτε απλώς χρησιμοποιείται το μικρό μέγεθος κάποιων ποικιλιών) κτλ.
Πρόκειται για πατάτες με ειδικά συνήθως χαρακτηριστικά (όπως είναι το ψηλό ειδικό βάρος (ψηλή ξηρή ουσία), χαμηλή περιεκτικότητα σε αναγωγικά σάκχαρα (γλυκόζη – μαλτόζη – φρουκτόζη κτλ.). Εδώ ανήκουν ποικιλίες όπως οι ΄Ακρια, Ερμής, Ατλάντικ, Πρόντικ, Λέιντι Ροζέτα, Καρλένα, Πίντζιε, Σατούρνα, Φελσίνα, Ρεμάρκα Σαντάνα Φιάνα αλλά και η Ντάιαμαντ (στη δική μας τουλάχιστον περίπτωση).
Εκτός από τις πιο πάνω κατηγορίες σε ορισμένες χώρες (όχι στην Κύπρο) καλλιεργούνται και ειδικές κτηνοτροφικές ποικιλίες με μεγάλους υδαρείς κονδύλους.
ΟΙ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ ΠΑΤΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ από τον Γεωπόνο Νίκο Γενναιο
Η «Ντόπια» ποικιλία γνωστή στις αρχές του 20ου αιώνα και σαν Μαραθεύτικη, αφού εξακολοθούσε να καλλιεργείται σε μικρή έκταση στην κοιλάδα της Μαραθάσας μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, εισήχθη όπως κάποιοι πιστεύουν στην Κύπρο από Σύρους - ΄Αραβες εμπόρους το 16ον αιώνα. Επρόκειτο για ποικιλία με ωραίο δυνατό φύλλωμα, που έμοιαζε με εκείνο της Up-to-date, αλλά είχε άνθη λευκά και στρογγυλούς κονδύλους με βαθουλά μάτια και χαρακτηριστική γλυκιά γεύση (BEVAN, W. 1919).
Η πιο αγαπητή ωστόσο ποικιλία, στις αρχές του 20ου αιώνα, ήταν γνωστή σαν η «Γαλλική πατάτα» της οποίας ο αρχικός πατατόσπορος εισήχθη από τη Γαλλία (BEVAN, W. 1919).
Η παραδοσιακή ποικιλία Up-to-date, γνωστή στην Κύπρος και σαν «Πιττακούρα», ήταν μπορούμε να πούμε, η αποκλειστική ποικιλία που καλλιεργείτο στην Κύπρο στο πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα. Στο χρονικό αυτό διάστημα είχαν, βέβαια, εισαχθεί και δοκιμαστεί πολυάριθμες άλλες ποικιλίες καμία όμως δεν μπόρεσε να συναγωνιστεί στην παραγωγή την Up-to-date. Η ποικιλία αυτή που άρχισε να καλλιεργείται στη Σκωτία το 1893 κυριάρχησε σε πολλές χώρες για πολλές δεκαετίες. Στην Κύπρο πιθανότατα εισήχθη γύρω στο 1910.
Μια άλλη ποικιλία η «Πιτσιλλίσιμη» που καλλιεργείτο εκτεταμένα στην περιοχή Πιτσιλιάς, δεν μπορεί να θεωρηθεί στην πραγματικότητα σαν ξεχωριστή ποικιλία, αφού στην ουσία δεν ήταν παρά ένας «εκφυλισμένος» τύπος της Πιττακούρας που, αργότερα, περιείχε σε αρκετές περιπτώσεις και πατάτες άλλων ποικιλιών και κυρίως την Άρραν Μπάννερ.
Οι πιο πάνω ποικιλίες ήταν βέβαια πιο γνωστές, ανάλογα με το μέρος ή το έδαφος που παράγονταν, σαν Άσπρες, Κότσηνες, Σκούρες, Μέζες, της ορεινής, της χαμηλής και Λειβαϊσιμες (Πανάρετος Α, 1967).
Η ποικιλία Άρραν Μπάννερ, η οποία καλλιεργήθηκε στη Σκωτία το 1927, εισήχθη για πρώτη φορά στην Κύπρο το 1935, αλλά η καλλιέργεια της επεξετάθη μόνο μεταπολεμικά. Η ποικιλία αυτή ήταν πολύ αποδοτική και φυτευόταν κυρίως για την ανοιξιάτικη εσοδεία σε αντίθεση με την Up-to-date που ευδοκιμούσε και κατά την χειμωνιάτικη εσοδεία.
Οι δυο αυτές ποικιλίες δηλαδή η Up-to-date και η Άρραν Μπάννερ κυριάρχησαν μεταπολεμικά και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1970, οπότε η πρώτη αντικαταστάθηκε σταδιακά και εντελώς από την ποικιλία Σπούντα, ενώ 15 χρόνια αργότερα, η δεύτερη αντικαταστάθηκε από την Κάρα και άλλες ποικιλίες.
Παρόλο που το 1909 το Γεωργικό Τμήμα δοκίμασε με επιτυχία την «πρώιμη ποικιλία» που εισήχθη από την Ιρλανδία εντούτοις η πρώτη γνωστή εισαγωγή για δοκιμή νέων ποικιλιών έγινε το 1929 όταν εισήχθηκαν από την Ιρλανδία 6 νέες ποικιλίες για δοκιμή κάτω από τις κυπριακές συνθήκες.
Το 1930 εισήχθησαν για δοκιμή τρεις νέες ποικιλίες από τον Καναδά. Το 1935 δοκιμάζονται οι ποικιλίες King Edward, Majestic, May Queen, Snowdrop και Sharpe’s express χωρίς όμως να μπορούν να συναγωνιστούν την Up-to-date που κυριάρχησε. Κατά την ίδια περίοδο όπως είδαμε, εισάγεται και δοκιμάζεται και η ΄Αρραν Μπάννερ.
«Συστηματικά πειράματα» για την εξεύρεση νέων ποικιλιών στην Κύπρο άρχισαν μετά το 1960, οπότε η έρευνα στράφηκε κυρίως προς την επιλογή πρώιμων παραγωγικών ποικιλιών μεταξύ των οποίων και κιτρινόσαρκων ώστε να γίνει δυνατή και η εξαγωγή κυπριακών πατατών στις χώρες της Ηπειρωτική Ευρώπης.